Ο πρωτοσ εμφυλιοσ
Αυτή η αντιπαράθεση οδήγησε σε πλήρη ρήξη. Τον Δεκέμβριο του 1823 η Εθνική Διοίκηση διχοτομήθηκε. Το Βουλευτικό με τους Υδραίους και τον Μαυροκορδάτο συγκρότησε το δικό του Εκτελεστικό, μετά την άρνηση του «πελοποννησιακού» Εκτελεστικού να παραιτηθεί. Η νέα Διοίκηση εγκαταστάθηκε στο Κρανίδι. Η παλιά Διοίκηση, με επικεφαλής τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, διατήρησε ως έδρα την Τριπολιτσά. Πολλές προσπάθειες για συμβιβασμό και επανένωση οδηγήθηκαν σε αποτυχία. Ο δρόμος για την ένοπλη αναμέτρηση είχε ανοίξει...
Στις αρχές Μαρτίου 1824, η νέα Διοίκηση αποφάσισε να μεταφέρει την έδρα της στο Ναύπλιο, το οποίο ήλεγχε ο γιος του Κολοκοτρώνη, Πάνος. Τα μέλη της Νέας Διοίκησης γνώριζαν, βέβαια, ότι θα αρνιόταν την παράδοση. Ξεκίνησαν, όμως, με πλοία από το Κρανίδι προς τους Μύλους στον Αργολικό κόλπο, ενώ στρατεύματα υπό τον Γιατράκο κατέλαβαν το Αργος. Ο Πάνος Κολοκοτρώνης, μετά την άρνηση του να παραδώσει το Ναύπλιο, κηρύχθηκε «αποστάτης» και «εχθρός του ελληνικού έθνους». Ταυτόχρονα άρχισε ο αποκλεισμός της πόλης από ξηρά και θάλασσα.
Παράλληλα, στρατεύματα υπό τον Ι. Νοταρά και με τη βοήθεια των σωμάτων του Α. Λόντου και του Γ. Κίτσου κατέλαβαν την Ακροκόρινθο, ενώ άλλα στρατεύματα της νέας Διοίκησης προχωρούσαν προς την Τριπολιτσά, στην οποία έδρευε η κύρια δύναμη τπς παλιάς Διοίκησης υπό τους Θεόδωρο και Γενναίο Κολοκοτρώνη, τον Κανέλλα Δεληγιάννη και τον Νικηταρά.
Ο πρώτος αυτός Εμφύλιος κράτησε σχεδόν τέσσερις μήνες. Οι Πελοποννήσιοι αναγκάστηκαν να συμβιβαστούν και να παραδώσουν το Ναύπλιο, όπου εγκαταστάθηκε η νέα Διοίκηση (Ιούνιος 1824). Από τις πρώτες πράξεις της ήταν αφενός η έκδοση διατάγματος με το οποίο παραχωρούνταν αμνηστία στους «στασιαστές», αφετέρου στέρηση των «πολιτικών τους δικαιωμάτων», δηλαδή η απαγόρευση της συμμετοχής των μελών του παλιού Εκτελεστικού στα όργανα της Εθνικής Διοίκησης.
* * *
Ένας άλλος εμφύλιος, χωρίς όπλα αυτή τη φορά, άρχισε στους κόλπους της νέας Διοίκησης ενόψει των εκλογών που είχαν οριστεί για τις 3 Οκτωβρίου 1824. Οι αδελφοί Κουντουριώτη, που είχαν ήδη λάβει τις δύο πρώτες δόσεις του αγγλικού δανείου, δεν ήθελαν να μοιραστούν τη δύναμη που τους έδινε το «χρήμα» με τους Πελοποννήσιους Ζαΐμη, Λόντο και Νοταρά. Είχαν και οι τρεις στηρίξει τη νέα Διοίκηση, αλλά οι Κουντουριώτηδες δεν τους εμπιστεύονταν και προσπαθούσαν να αποτρέψουν τη συμμετοχή τους στις εκλογές. Τους είχαν και δημοσίως επιπλήξει διότι είχαν έλθει σε μυστικές διαπραγματεύσεις με τον Κολοκοτρώνη και είχαν «παρακούσει» την εντολή για εξόντωση του Γέρου του Μοριά.
Ένας άλλος εμφύλιος, χωρίς όπλα αυτή τη φορά, άρχισε στους κόλπους της νέας Διοίκησης ενόψει των εκλογών που είχαν οριστεί για τις 3 Οκτωβρίου 1824. Οι αδελφοί Κουντουριώτη, που είχαν ήδη λάβει τις δύο πρώτες δόσεις του αγγλικού δανείου, δεν ήθελαν να μοιραστούν τη δύναμη που τους έδινε το «χρήμα» με τους Πελοποννήσιους Ζαΐμη, Λόντο και Νοταρά. Είχαν και οι τρεις στηρίξει τη νέα Διοίκηση, αλλά οι Κουντουριώτηδες δεν τους εμπιστεύονταν και προσπαθούσαν να αποτρέψουν τη συμμετοχή τους στις εκλογές. Τους είχαν και δημοσίως επιπλήξει διότι είχαν έλθει σε μυστικές διαπραγματεύσεις με τον Κολοκοτρώνη και είχαν «παρακούσει» την εντολή για εξόντωση του Γέρου του Μοριά.
Ο Ζαΐμης αντελήφθη τα σχέδια των Κουντουριώτηδων και έγραψε στον Λόντο: «Το δάνειο οσονούπω εμβαίνει είς χείρας της Διοικήσεως, όθεν δεν πρέπει να πάρωμεν τα πράγματα με αργοπορίαν. [...] Ο καιρός είναι κρίσιμος, ο πρόεδρος οποίων φρονημάτων έγινε γνωστός, οι νησιώτες δια τα ίδια τα τέλη, ότι θέλουν τον μηδενισμόν των εχόντων λό-γον και επιτροπήν Πελοποννησίων και τούτο γεωμετρικώς αποδεικνύεται. [...] Σκοπεύουν εις την εξόντωσιν των δυνατών Πελοποννησίων και επειδή εξ αυτών μόνο εμάς στοχάζονται, μας θέλουν και δια τα πρώτα θύματα».
Ο Ζαΐμης επιχείρησε να αποκτήσει την υποστήριξη των Ρουμελιωτών, αλλά απέτυχε. Ακολούθησε η αποτυχία του στις εκλογές του Οκτωβρίου. Θριαμβευτής ο Κουντουριώτης, ο οποίος διατήρησε την προεδρία του Εκτελεστικού. Αλλά τα αποτελέσματα των εκλογών, με τον αποκλεισμό των Πελοποννησίων, προκάλεσαν έναν ακόμη εμφύλιο πόλεμο μεταξύ των φατριών. Η φατρία Κουντουριώτη, με τον έλεγχο του Εκτελεστικού και το αγγλικό δάνειο, το οποίο υπέκρυπτε, καθώς και την αγγλική πολιτική υποστήριξη, ήταν αποφασισμένη να «τελειώσει οριστικά» με τους αντιπάλους της «αντάρτες». Από την άλλη πλευρά, η φατρία των Πελοποννησίων δεν μπορούσε να ανεχθεί ότι τους πήραν «την εξουσία από τα χέρια» οι καραβοκύρηδες... Κατήγγειλε τα αποτελέσματα των εκλογών ως νόθα, διότι ασκήθηκαν βία, εκβιασμοί και εξαγορά ψήφων. Ζαΐμης και Λόντος ήλθαν σε επαφή με τους άλλους προύχοντες για να αποφασίσουν «το ξεκαθάρισμα των λογαριασμών» με τα όπλα!
Έπρεπε, όμως, να βρουν «εύλογη» αφορμή, την οποία να παρείχε η άλλη πλευρά. Πρότειναν τη σύγκληση Εθνικής Συνέλευσης για πολιτική διευθέτηση των διαφορών. Αν και η πρόταση τους δεν φαινόταν ειλικρινής, εμφανίστηκαν πολλοί υποστηρικτές και από τις δύο πλευρές, με την ελπίδα αποτροπής νέας εμφύλιας σύγκρουσης. Το Εκτελεστικό, όμως, ενέμεινε στην απόφαση του να φθάσει στα άκρα. Πρωταγωνιστές, κοντά στους Κουντουριώτηδες, ο Κωλέτης και ο Παπαφλέσσας. Αναζητούσαν και αυτοί αφορμή για να «νομιμοποιήσουν» την άσκηση «κυβερνητικής βίας».
Πριν καν τελειώσει ο Οκτώβρης, οι Πελοποννήσιοι έδωσαν στη Διοίκηση την αφορμή και τα προσχήματα. Προύχοντες και οπλαρχηγοί τπς Αρκαδίας ξεσήκωσαν τους κατοίκους και εμπόδισαν τον κυβερνητικό αξιωματούχο να εισπράξει τις εθνικές προσόδους (ποσοστά επί της παραγωγής). Τον προπηλάκισαν και τον έδιωξαν. Η Διοίκηση χαρακτήρισε την ενέργεια «ανταρσία» και έστειλε τον υπουργό Εσωτερικών Παπαφλέσσα με στρατό για να τους «συνετίσει». Οι οπλαρχηγοί της περιοχής, υποκινούμενοι και από τον Κολοκοτρώνη, αρνήθηκαν να υπακούσουν. Η σύγκρουση ήταν αναπόφευκτη. Προς ενίσχυση των Αρκαδινών οπλαρχηγών κατέφθασαν οι γιοι του Κολοκοτρώνη, Γενναίος και Πάνος, καθώς και ο Κ. Δεληγιάννης. Ο Παπαφλέσσας ενισχύθηκε από τον Βάσο Μαυροβουνιώτη και τον Διονύσιο Μουρτζίνο, αλλά στον πρώτο γύρο των συγκρούσεων, που κράτησε δύο μέρες, υπέστη μεγάλη ήττα. Οι κυβερνητικές δυνάμεις διαλύθηκαν και ο Παπαφλέσσας γύρισε ηττημένος στο Ναύπλιο...Ενισχυμένοι, οι Πελοποννήσιοι κινήθηκαν για την κατάληψη της Τριπολιτσάς, αλλά στην πορεία ο θάνατος του γιου του Πάνου κλόνισε τον Κολοκοτρώνη και προκάλεσε προσωρινή αδράνεια. Οι καπεταναίοι αποφάσισαν αντί της κατάληψης της πόλης να περιφρουρήσουν τις εισόδους για να αποτρέψουν την ενίσχυση του Β. Μαυροβουνιώτη που ήλεγχε την πόλη. Με την πολιορκία επιδίωκαν την πτώση χωρίς να υπάρχουν θύματα πολίτες. Γι' αυτό έβγαλαν και διακήρυξη, στην οποία τόνιζαν ότι σκοπός τους δεν ήταν ο αδελφοκτόνος πόλεμος, αλλά η ειρηνική επίλυση των διαφορών στην Εθνοσυνέλευση.
Από την άλλη πλευρά, η Διοίκηση έβγαλε τη δική της διακήρυξη, που επιβεβαίωνε την απόφαση της να προχωρήσει σε πλήρη υποταγή ή εξόντωση των «ανταρτών». Η διακήρυξη απευθυνόταν στους οπλίτες και τους πολίτες με εμφανή στόχο να διαβάλει τους αντιπάλους και να στρέψει τους πάντες εναντίον τους.
Η Διοίκηση Κουντουριώτη άρχισε να στρατολογεί τους ένοπλους Σουλιώτες και Ρουμελιώτες που βρίσκονταν στην Πελοπόννησο. Είχε εξάλλου και τα χρήματα από το αγγλικό δάνειο για να πληρώνει τη μισθοδοσία. Συγκροτήθηκαν δύο σώματα ενόπλων. Το ένα υπό τους Σουλιώτες οπλαρχηγούς Κίτσο Τζαβέλλα, Κ. Μπότσαρη και Γ. Δράκο και υπό την επιρροή του Μαυροκορδάτου. Και το δεύτερο από Ρουμελιώτες με τους οπλαρχηγούς Ιωάννη Γκούρα, Γεώργιο Καραϊσκάκη, Ανδρέα'Ισκο και Ν. Πανουργία υπό την επιρροή του Κωλέτη.
Οι ισχυρές αυτές δυνάμεις δεν είχαν δυσκολία να εξουδετερώσουν τους Πελοποννησίους και να αναγκάσουν τον Κολοκοτρώνη, τους Δεληγιαννέους και τους άλλους οπλαρχηγούς να παραδοθούν και να δηλώσουν «ειλικρινή μεταμέλεια». Δυστυχώς οι Σουλιώτες και οι Ρουμελιώτες φέρθηκαν ως «ξένοι» και «αποτελείωσαν» τις καταστροφές του Ιμπραήμ. Αρπαγές και βιαιοπραγίες κατά πάντων, χωρίς διακρίσεις.
Μέοα στα ερείπια του δεύτερου καταστροφικού εμφυλίου πολέμου άρχισε να ριζώνει η αναγκαιότητα της εθνικής συμφιλίωσης και η στήριξη ενιαίας εθνικής διοίκησης, ενιαίου κράτους. Ο Κουντουριώτης και η Διοίκηση του τιθάσευσαν την ορμή τους κατά των αντιπάλων και έδωσαν γενική αμνηστία, αποβλέποντας, βέβαια, στη διατήρηση τους στην εξουσία και την υποταγή των πάντων σε αυτή.
Τρία χρόνια κράτησε η εμφύλια αντιπαράθεση για τη νομή της εξουσίας. Τρία χρόνια βίας, καταστροφών και αδελφικού «μίσους». Και το σημαντικότερο, οι εμφύλιοι αποδυνάμωσαν τον απελευθερωτικό αγώνα και διευκόλυναν το «έργο» του Ιμπραήμ και του Κιουταχή, αλλά και τη διείσδυση στην ελληνική πολιτική σκηνή, μέσω «αντιπροσώπων», των ξένων δυνάμεων. Τότε άρχισαν να παίρνουν ξεκάθαρα μορφή οι πρώτοι πολιτικοί σχηματισμοί που δεν άργησαν να συνδεθούν με τη ρωσική, την αγγλική και τη γαλλική επιρροή.
ΑΠΟ ΤΟ ΥΠΕΡΟΧΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΡΩΜΑΙΟΥ :Η ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ