Κυριακή 22 Απριλίου 2012

ΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΩΜΑ !






ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΑΡΘΕΝΗΣ ( 1878 -1967 )


JOHANN GOTTLIEB FICHTE (1762 -1814 )

19 oς ΑΙΩΝΑΣ


  Ο Φίχτε  συνέχισε, με το δικό του τρόπο την υπερβατολογική   φιλοσοφία του Καντ, δηλαδή τη διερεύνηση των προϋποθέσεων που δίνονται στην ίδια την ικανότητα της γνώσης πριν από κάθε μπειρία και που καθιστούν δυνατές την αντικειμενικότητα και κάποια επιστημολογική σχέση με τα αντικεί­μενα. Ο Φίχτε μιλούσε μάλλον για «θεωρία» ή για «επιστήμη της γνώσης» παρά για υπερβατολογική φιλοσοφία, καθώς αυτό που τον ενδιέφερε ήταν η γνώση της γνώσης, δηλαδή οι ιδέες που συνοδεύο­νται από κάποια αίσθηση βεβαιότητας, αλλά και η γνώοη των συγκεκριμένων ιδεών και της δυνατότη­τας τους
         
         Η γνώοη υπάρχει μόνο εκεί όπου κάτι μπορεί να λεχθεί για κάτi  εκεί όπου μπορεί να διατυπωθεί μια κρίση. Στις κρίσεις(δηλώσεις) αυτό που κρίνεται συνδέεται με την κρίση που διατυπώνεται για αυτό με τη λέξη «είναι» (σε ενικό ή πληθυντικό), όπως, για παράδειγμα, στην πρόταση «Α=Α», «το αντικεί­μενο Α ταυτίζεται με το αντικείμενο Α» (στην αναμ­φισβήτητη, για τον Φίχτε, κρίοη ότι κάτι ταυτίζεται με τον εαυτό του). Η ενότητα αυτής της σύνδεσης δεν απορρέει απλώς από αυτό που συνδέεται, αλ­λά βασίζεται σε κάποια ενότητα στη δραστηριότητα της κρίσης.
      
          O Καντ την είχε βρει στο «Σκέφτομαι», που «πρέπει να μπορεί να συνοδεύει» κάθε κρίση ή ιδέα, δηλαδή στην αυτοσυνείδηση. Ο Φίχτε το έθεσε_ως εξής: «Κανείς δεν μπορεί να σκεφτεί κάτι αν δεν προσθέσει σε αυτό_και τη σκέψη του Εγώ του,έχοντας συνείδηση του εαυτού του».


ΚΥΡΙΑ ΕΡΓΑ : <<ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ>> , <<ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΗΘΩΝ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ>>,<<ΤΟ ΚΛΕΙΣΤΟ ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ>> ,  << ΛΟΓΟΙ ΠΡΟΣ ΤΟ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟ ΕΘΝΟΣ>>.


ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ-Η.F .ULLMANN.

Παρασκευή 20 Απριλίου 2012

ΑΓΗΝΩΡ ΑΣΤΕΡΙΑΔΗΣ (1898 -1977)


HANNAH ARENDT (1906 -1975 )

20 ος ΑΙΩΝΑΣ

 Μυημένη από νωρίς στη φιλοσοφία των Καντ και Κίρκεγκορ, κάνει τις σπουδές της το διά­στημα 1924-1929 στο πανεπιστήμιο του Μάρμπουργκ, παρακολουθεί τα μαθήμα­τα του Χούσσερλ και ολοκληρώνει τη διατριβή της με θέμα την έννοια της αγά­πης στον Αυγουστίνο. Εκεί συναντά τον Γιάσπερς και τον Χάιντεγκερ: με τον τε­λευταίο αναπτύσσεται μια έντονη αλλά σύντομη σχέση. 
Αρχικά στη Γαλλία, συναντά τους Ρ. Αρον, Κοϋρέ, Ζ. Βαλ  και παρα­κολουθεί τα μαθήματα του Κοζέβ για τον Χέγκελ· ταυτόχρονα συμμετέχει σε αντι­φασιστικές οργανώσεις και μεταθέτει για αργότερα τις φιλοσοφικές συζητήσεις· έ­πειτα, αφού δραπετεύει από το γαλλικό στρατόπεδο του Γκουρς, όπου είχε φυλα­κιστεί το 1940, ταξιδεύει στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αποκτά ωστόσο την αμερικανι­κή υπηκοότητα μόλις το 1951 · είναι το έ­τος της δημοσίευσης του έργου της  [Απαρχές του ολο­κληρωτισμού], το οποίο στην αρχική του σύλληψη αποτελούσε μια μελέτη του αντι­σημιτισμού και του ιμπεριαλισμού. Το κεί­μενο ολοκληρώνεται με μια καταδίκη του σύγχρονου κόσμου, που προσφέρει κατα­φύγιο στο «ριζικό κακό». Όμως τα επόμε­να χρόνια αφιερώνονται σε ό,τι θα μπο­ρούσε να αποτελεί την ανθρώπινη αξιο­πρέπεια στο πλαίσιο της κριτικής δύνα­μης και του «συνυπαρχειν με τον εαυτό».

  Αν το ζητούμενο είναι να καταδειχθεί τι σημαίνει να «είσαι Εβραίος», πρέπει ταυ­τόχρονα να συνδεθεί η φιλοσοφική δρα­στηριότητα με την επικαιρότητα του κό­σμου: στα άρθρα της η Άρεντ ενδιαφέρε­ται για τον πόλεμο του Βιετνάμ και το Πε­ντάγωνο, το Μάη του '68 και τη Ναταλί Σαρρότ . Αντίθετη σε κά­θε εθνικισμό, υποστηρίζει ανοιχτά τον κα­τακερματισμό της εξουσίας και τις πρω­ταρχικές αρετές του πολιτικού (της αρ­χαίας ελληνικής πόλεως), που συχνότατα καταπατήθηκαν στη διάρκεια του 20ού αιώνα: ο αυθεντικός πολίτης οφείλει να συμμετέχει ενεργά στη δημόσια ζωή και να μην αρκείται στην υπακοή στις εξου­σιαστικές προσταγές (όπως έκαναν οι να­ζί δήμιοι). Οφείλει να πράττει στο παρόν χωρίς να ισχυρίζεται ότι «δημιουργεί την ι­στορία», διότι κανείς δεν μπορεί να γνωρί­ζει εκ των προτέρων τους πραγματικούς σκοπούς των ανθρώπινων πράξεων η αν­θρώπινη πράξη είναι απρόβλεπτη

ΚΥΡΙΑ ΕΡΓΑ :     "ΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ" ,    "ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΤΙΣΗΜΙΤΙΣΜΟ" , 
"Ο  ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΜΟΣ" ,   "ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ".




ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ            ROUSSEL-DUROZOI

BLAISE PASCAL (1623 -1662 ) "ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΤΗΣ ΠΕΙΘΟΥΣ"


Η τέχνη, λοιπόν, την οποία εγώ αποκαλώ τέ­χνη της πειθούς, και που επί το ακριβέστερον δεν είναι παρά ο τρόπος ανάπτυξης αποδείξεων με­θοδικών και τέλειων, συνίσταται στα εξής τρία ουσιώδη:


να ορίζει κανείς τους όρους που πρό­κειται να χρησιμοποιήσει με σαφείς ορισμούς,      


να διατυπώνει προφανείς αρχές ή αξιώματα για να αποδείξει τα εν λόγω, 


και να αντικαθιστά διαρ­κώς νοερά στην απόδειξη τα οριζόμενα με τους πλήρεις ορισμούς.


Η λογική αυτής της μεθόδου είναι πασιφανής. Θα ήταν ανώφελο να διατυπώσουμε αυτό που θέ­λουμε να αποδείξουμε και να επιχειρήσουμε την απόδειξη του, αν προηγουμένως δεν έχουμε ορί­σει όλους τους όρους που δεν είναι κατανοητοί. Και πρέπει, επίσης, να προηγείται της απόδειξης η αναφορά των αυταπόδεικτων αρχών που απαι­τούνται, διότι δεν μπορούμε να έχουμε σταθερό κτίσμα δίχως σταθερά θεμέλια. Τέλος, οφείλουμε κατά την απόδειξη να υποκαθιστούμε τα οριζό­μενα με τον πλήρη ορισμό τους, ειδάλλως μπορεί να γίνει κατάχρηση των διαφορετικών εννοιών που απαντούν στους όρους. Εύκολα αντιλαμβά­νεται κανείς ότι τηρώντας αυτήν τη μέθοδο είναι βέβαιο ότι θα πείσουμε, αφού, αν όλοι οι όροι εί­ναι πλήρως αντιληπτοί και τελείως απαλλαγμέ­νοι από αμφισημίες οφειλόμενες στους ορισμούς, αν οι αρχές είναι παραδεδεγμένες, και αν κατά την απόδειξη υποκαθιστούμε διαρκώς νοερά τα οριζόμενα με τους ορισμούς, τότε η ακατανίκητη ισχύς των συνεπαγωγών δεν μπορεί παρά να επι­φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα.


Μια απόδειξη κατά την οποία τηρούνται αυ­τές οι συνθήκες δεν επιδέχεται ποτέ την παραμι­κρή αμφισβήτηση. Αντιθέτως, όσες αποδείξεις τις παραβλέπουν δεν μπορούν ποτέ να έχουν ισχύ.

 Είναι επομένως πολύ σημαντικό να τις κατα­νοήσουμε καλά και να τις κατέχουμε επαρκώς, και γι' αυτό, για μεγαλύτερη ευκολία και σαφή­νεια, θα τις παραθέσω όλες στους παρακάτω λι­γοστούς κανόνες που εμπερικλείουν όλα όσα εί­ναι απαραίτητα για την τελειοποίηση των ορι­σμών, των αξιωμάτων και των αποδείξεων, και συνεπώς για τη μέθοδο των γεωμετρικών αποδεί­ξεων της τέχνης της πειθούς στο σύνολο της.

Κανόνες για τους ορισμούς:
1. Μην επιχειρείτε να ορίσετε πράγματα τόσο γνωστά από μόνα τους, που δεν υπάρχει κανένας σαφέστερος όρος για να τα εξηγήσει.
2. Μη δέχεστε κανέναν όρο κάπως ασαφή ή αμφίσημο, δίχως ορισμό.
3. Να χρησιμοποιείτε στον ορισμό των όρων μονάχα λέξεις απολύτως γνωστές ή που έχουν
ήδη εξηγηθεί.

Κανόνες για τα αξιώματα:
1.   Μη δέχεστε καμιά από τις αναγκαίες αρχές δίχως να συμφωνήσετε ότι είναι αποδεκτή από όλους, όσο σαφής ή προφανής κι αν είναι.
2.   Να δέχεστε υπό μορφήν αξιώματος μόνον όσα είναι τελείως προφανή και αυταπόδεικτα.


Κανόνες για τις αποδείξεις:
1. Μην επιχειρείτε να αποδείξετε πράγματα τόσο προφανή από μόνα τους, που δεν υπάρχει τίποτα σαφέστερο για να τα αποδείξει.
2.   Να αποδεικνύετε όλες τις κάπως ασαφείς προτάσεις και να μη χρησιμοποιείτε για την από­δειξη τους παρά μονάχα πολύ προφανή αξιώμα­τα ή προτάσεις ήδη παραδεδεγμένες ή αποδεδειγ­μένες.
3.   Να αντικαθιστάτε διαρκώς νοερά τα οριζό­μενα με τους πλήρεις ορισμούς, για να μην παρα­συρθείτε από την ενδεχόμενη αμφισημία κάποιων όρων λόγω της συνοπτικής διατύπωσης τους.
Ιδού οι οχτώ κανόνες που περιέχουν τις βασι­κές αρχές για αποδείξεις στέρεες κι ακλόνητες. Τρεις εξ αυτών δεν είναι απολύτως αναγκαίοι και μπορούμε να τους αγνοήσουμε δίχως κίνδυνο λά­θους. Είναι μάλιστα δύσκολο, σχεδόν αδύνατο, να τους τηρούμε πάντα κατά γράμμα, αν και ευκταίο θα ήταν να το κάνουμε όταν κι εφόσον μπορούμε. Είναι οι τρεις πρώτοι κάθε κατηγορίας:
Για τους ορισμούς: Μην ορίζετε τους όρους που είναι ήδη απολύτως γνωστοί.


Για τα αξιώματα: Μη δέχεστε να τεθεί εν αμ­φιβάλω κανένα από τα αξιώματα που είναι τελεί­ως προφανή και απλά.
Για τις αποδείξεις: Μην αποδεικνύετε τίποτα γνωστό από μόνο του.
Γιατί, το δίχως άλλο, δεν είναι δα και μεγάλο λάθος να ορίζει κανείς και να εξηγεί πράγματα με σαφήνεια, έστω κι αν είναι σαφέστατα από μόνα τους, ούτε είναι λάθος να βεβαιώνεται εκ των προτέρων για αξιώματα που δεν θα ήταν δυ­νατόν να απορριφθούν εκεί όπου χρειάζονται, ούτε τέλος είναι κακό να αποδεικνύει προτάσεις οι οποίες θα γίνονταν ούτως ή άλλως δεκτές και χωρίς απόδειξη.

Όμως οι άλλοι πέντε κανόνες είναι απολύτως απαραίτητοι, και δεν μπορεί κανείς να τους πα­ρακάμψει δίχως αυτό να προκαλέσει ένα ουσιώ­δες μειονέκτημα στο συλλογισμό του και, συχνά, κάποιο σφάλμα· και γι' αυτό θα τους επαναλάβω εδώ αναλυτικά.


Αναγκαίοι κανόνες για τους ορισμούς: Να μη γίνεται δεκτός κανένας από τους κάπως ασαφείς ή διφορούμενους όρους, δίχως ορισμό. Στους ορισμούς να χρησιμοποιούνται μονάχα όροι γνω­στοί ή που έχουν ήδη εξηγηθεί.
Αναγκαίοι κανόνες για τα αξιώματα: Υπό μορφήν αξιωμάτων να γίνονται δεκτά μονάχα προφανή πράγματα.

Αναγκαίοι κανόνες για τις αποδείξεις: Όλες οι προτάσεις να αποδεικνύονται χρησιμοποιώ­ντας μονάχα αξιώματα πολύ σαφή από μόνα τους ή προτάσεις ήδη αποδεδειγμένες ή συμπεφωνημέ­νες. Να μη γίνεται επ' ουδενί κατάχρηση της αμ­φισημίας των όρων, παραλείποντας τη νοερή αντικατάσταση τους με τους πλήρεις ορισμούς που τους περιορίζουν ή τους εξηγούν.
[Ιδού οι πέντε κανόνες που συγκροτούν ό,τι είναι απαραίτητο για να κάνουμε τις αποδείξεις πειστικές, ακλόνητες και -γιατί όχι;- γεωμετρι­κές. Και οι οκτώ κανόνες μαζί τις κάνουν ακόμη τελειότερες.














ΠΑΝΟΣ ΜΑΡΑΓΚΟΣ


Τρίτη 17 Απριλίου 2012

ΙΑΚΩΒΟΣ ΡΙΖΟΣ (1849 -1926 )














ΣΤΑΥΡΟΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ -ΣΤΕΛΙΟΣ ΡΑΜΦΟΣ.


Απαισιόδοξος λοιπόν ή αισιόδοξος;
«Συνήθως δεν αφήνομαι στην παραδοχή μιας απαι­σιόδοξης εκδοχής άλλα προσπαθώ να βρω προεκτάσεις και οί προεκτάσεις δεν είναι ποτέ απαισιόδοξες. Μόνο στα όρια ενός στατικού παρόντος τα γεγονότα γίνονται κα­ταθλιπτικά. Πάντως θεωρώ δτι αύτη ή κρίσι θα μπορού­σε, υπό ορισμένους όρους, να είναι μια μεγάλη ευκαιρία».

Ναι, υπάρχει ή άποψι  οτι ή κρίσι θα «κάψη» την γενιά των 30 και των 40, αλλά μπορεί να είναι για το καλό των παιδιών μας.
«Δεν αποκλείεται και αυτού του τύπου ή έξέλιξι. Οί γενιές όμως είναι σαν σκυταλοδρομία, πρέπει να πάρης από κάπου την σκυτάλη».

Εμείς τί σκυτάλη πήραμε;
«Το ελληνικό πρόβλημα ξεκινάει από τον 11ο-12ο αιώνα. Ή κουλτούρα μας είναι μια κουλτούρα οικογε­νειακεντρική, μια κουλτούρα ή οποία δεν έχει εμπιστο­σύνη στο άτομο αλλά στην ομάδα, τον τόπο και το αίμα. Αυτό υποθάλπει και ή έντονη θρησκευτικότητα της. Και δσο οί κοινωνίες ήταν ομαδικές και συμπαγείς, αυ­τό μπορούσε υπό ώρισμένες προϋποθέσεις να σε κάνη και κοσμοκράτορα. Όταν όμως άλλαξε ή φορά της ίστορίας προς τον 12ο αιώνα, εμείς δεν άκολουθήσαμε και χάσαμε το τραίνο».

Είχαμε βεβαίως και την Τουρκοκρατία.
«Εμείς πρώτα διαλέξαμε τους "Οθωμανούς και κα τόπιν μας κατέκτησαν εκείνοι. Οι τέσσερεις αιώνες της δουλείας ωστόσο πράγματι ενισχύουν το μειωμένο "'ε γώ" πού στρέφεται μάλιστα σε υπερβατικές σφαίρες καΐ οχι στην ιστορική πραξι».

Και ποτέ δεν καταφέραμε να καλύψουμε το χαμένο έ­δαφος;
«Μετά το '50 έχουμε μία Ελλάδα ή οποία μπαίνει στον χώρο της Δυτικής Ευρώπης με καθυστέρησι πολλών αιώνων, άλλα μπαίνει. "Ερχονται θεσμοί πού απαι­τούν περισσότερες πρωτοβουλίες και μεγαλύτερο αί­σθημα ευθύνης. Ή κουλτούρα όμως στις ψυχές παρα­μένει πάντα άρχα'ίκή, εξ ου και το αυταρχικό κράτος, ή πατριαρχική πολιτική ζωή με τις οικογένειες οι όποιες κυβερνούν μέχρι σήμερα. "Εχουμε δηλαδή μια παντοδυ­ναμία της οικογένειας στην κοινωνία, ή οποία οικογέ­νεια βρίσκεται σε συνεχή ανταγωνισμό με το κράτος ή το χρησιμοποιεί απλώς για να το άρμέγη».

"Ενας ανταγωνισμός ό όποιος υποδαυλίζεται στην συν­έχεια και από την γενιά του Πολυτεχνείου.
«Ή γενιά του Πολυτεχνείου έρχεται στα πράγματα με τον ψυχισμό ενός ανθρώπου ό όποιος μεγάλωσε στε­ρημένος και καταπιεσμένος. Γίνεται εξουσία, νέμεται τα αγαθά και διασκεδάζει την φοβία του ανικανοποίη­του συσσωρεύοντας αγαθά και διαμορφώνοντας εστίες ανομίας. "Ετσι το καθεστώς της, καθεστώς δύο κομμάτω νπού εναλλάσσονται επί 35 χρόνια στην εξουσία, από την ανασφάλεια και το ανικανοποίητο, πλάθει χαρακτήρες αγχώδεις και καταθλιπτικούς». 

Καί διεφθαρμένους.
" Αυτοί παντού υπάρχουν. Ή διαφθορά μας όμως εδώ δέν βασίστηκε σε κακοποιά στοιχεία αλλά στην άντίδρασι μιας κοινωνίας πού αρνείται την άνάπτυξί της. Το κράτος σε υποχρεώνει να διαφθαρής, και εσύ για να ζήσησ το εκμεταλλεύεσαι ως οικογένεια, ως σόι, ως συντεχνία. Πρόκειται για μια άκρως ανώμαλη σχέσι, πού εΐναι ή ρίζα του σημερινού μας προβλήματος».

Τα πήρα γιατί όλοι τα παίρνουν».
«Μα το κράτος προσπαθούσε για χρόνια να πολλάπλασιάση τις μίζες, ώστε να πολλαπλασιαστή ή συνε­νοχή. Όπως το βαποράκι θέλει όλοι να παίρνουν ναρκω­τικά, ώστε να μοιραστή ή ενοχή του, έτσι το κράτος δη­μιουργεί συνθήκες πού σε καλούν να τις παραβιάσης. Να ύπάρχη ένα κλίμα ευρείας συνενοχής ώστε ή θερα­πεία να δείχνη αδύνατη έκτος του συνολικού θανάτου».

Μήπως όμως κάνοντας αυτή την παραδοχή διαγράφου­με τις προσπάθειες ώρισμένων μειοφηφιών πού κόντρα σε αυτή την ατμόσφαιρα έχουν καταφέρει να δημιουρ­γήσουν;
«Δεν υπάρχει αμφιβολία οτι υπάρχει μία τριβή μετα­ξύ μειοψηφιών πολύ ενεργητικών και πλειοψηφιών οι ό­ποιες είναι παθητικές και ακλόνητες. Ή γενίκευσι πού κάνω είναι σχηματική. Όχι, υπάρχουν ενεργητικές μει­οψηφίες, και θα ήταν κρίσιμο τα πολιτικά κόμματα να τις βοηθήσουν».

Μπορούν τα κόμματα;
«Δύσκολο. Μέχρι τώρα το πολιτικό σύστημα κάνιι τα πάντα για να κρύψη και να κρυφτή. Πρέπει ομως να όμολογήση τις ευθύνες του. Να μπη ας πούμε το ΣΔΟΕ στα ταμεία των κομμάτων. Να τελειώνουμε με το άρθρο 86 του Συντάγματος και τον νόμο περί ευθύνης υπουργών. Είδατε τα χάλια με την άπόφασι της Έξεταστικής για την SIEMENS. Πώς θα μπορούσε να ύπαρξη λύσι άφοΰ δεν υπάρχει το παράδειγμα της λύσεως;»

Κατηγορείτε όλα τα κόμματα ή μόνο τα κόμματα έξουσίας;
«Μα ή ίδια λογική επικρατεί παντού. Τα συνδικάτα και το Κομμουνιστικό κόμμα είναι τα πιο αντιδραστικά στοιχεία της κοινωνίας μας. Είναι τόποι οπού τηρούνται οί άρχα'ίκές μορφές συνοχής της κοινωνίας, όπως ά κριβώς ισχύει και στο ακροδεξιό στρατόπεδο. Ενώ έμεϊς ζητάμε μορφές συνοχής με διάλογο, με ανοχή, με απόδοχή του άλλου, εκεί ή συνοχή επιτυγχάνεται με την πυ­γμή της άτεγκτης οργανώσεως και της μιας αλήθειας».

Πολλοί προφητεύουν το τέλος των κομμάτων.
«Ό κίνδυνος είναι να καταρρεύσουν τα κόμματα αλ­λά να μην ύπαρξη συνείδησι του προβλήματος και να έπιστρέψουμε σε χειρότερα κόμματα. Να καταντήσουμε Ιταλία. Στήν Ιταλία κατέρρευσαν οί μεγάλοι κομματι­κοί οργανισμοί κι επειδή δεν είχαμε και αλλαγή λογικής καταλήξαμε στην οπερέτα Μπερλουσκόνι».

Κι αν όχι τα κόμματα, τότε ποιος;
«Εδώ φαίνεται το μεγάλο έλλειμμα των διανοουμέ­νων. Εάν είχαμε ανεπτυγμένη διανόησι, αυτά τα θέματα θά είχαν φωτισθή και θα μπορούσαν να βοηθηθούν οί πιο τολμηροί παράγοντες του πολιτικού βίου άλλα και οί ζωντανές κοινωνικές ομάδες».

Οταν λέτε διανοούμενοι;
«Εννοώ το πανεπιστήμιο βεβαίως άλλα και συγγραφείς, ερευνητές, δημοσιογράφους, καθηγητές Μέσης Εκ­παιδεύσεως, δασκάλους, όλους όσους θα μπορούσαν να γίνουν αγωγοί για να περάσουν αυτοί οι προβληματισμοί στην κοινωνία. Να φτάσουμε στο σημείο περιοδικά, έφημερίδες, Διαδίκτυο, αντί να είναι πεδία κουτσομπολιού, να γίνουν τόποι ζυμώσεων».


 Φοβάμαι οτι το στοιχείο του κουτσομπολιου εχει παρεισφρήσει ακόμα και σε νεωτερικά μέσα όπως είναι το Ίντερνετ.
«Ναί, και εκεί τον τόνο τον δίνει το ένστικτο της προσ­ωπικής επιβεβαιώσεως. Όμως το ένστικτο γίνεται μια ιρομερή δύναμι όταν ή κοινωνία έμπνέη κατεύθυνσι. Λυτό συνέβη στους "Ολυμπιακούς, που ξαφνικά βρεθή­καμε με εξήντα χιλιάδες εθελοντές. Τί είχε γίνει; Μια ευγενική ματαιοδοξία ένωσε μεγάλες μάζες και ώδή-γησε το ένστικτο τους δημιουργικά».

Μήπωζ το τέχνασμα είναι να βρούμε μερικά τέτοια μι­κρά οράματα;
«Τότε θα πάθουμε ο,τι πάθαμε στους Όλυμπιακούς: Θά φτιάξουμε κάτι και μετά θα το διαλύσουμε. Καλό εί­ναι να βρίσκης μικρά οράματα, άλλα μέσα σε έναν με­γάλο στόχο».

ΙΙοιός μπορεί να είναι αυτός ό στόχος;
«Το αίτημα του εκσυγχρονισμού υφίσταται άκόμα· Εγώ όμως θα άρχιζα λέγοντας δτι ή ελληνική παράδοσι ξεκινάει πάντα με βαθειές εξομολογήσεις και με παραδοχή της αλήθειας. Αυτή την φορά για να πετύχη το σχέδιο χρειάζεται να ακουστούν αλήθειες. Υπάρχει κίνδυνος να διασπαστή ή κοινωνική συνοχή. Το πρώτο ζητούμενο είναι ή ενότητα. Ή ενότητα δεν μπορεί να υπάρξη χωρίς αλήθεια. Ό κόσμος λέει, "Πείτε την άλήθεια!". Πρώτα από δλα λοιπόν χρειάζεται μια άποκατά στασι της εμπιστοσύνης και μετά όλα τα άλλα».

Ή έξέγερσι, ή άντίστασι, ή ανυπακοή -χρησιμοποιώ τις λέξεις πού διαβάζουμε στις αφίσες- δεν είναι μια λύσι;
 «Όταν ό 'Ρωμηός άφήνη την ταπείνωσί του και ζητάη δικαιώματα, αλλά δεν έχει τρόπους να έκφραση καΐ με ορούς υποχρεώσεων αυτό πού ζητάει, τότε μπορεί να γυρίση σε μηδενισμό. Οί "Πυρήνες της Φωτιάς" δεν είναι "17 Νοέμβρη", έχουν στοιχεία από την "νετσαγιεφική" 'Ρωσία...»

Από τον μηδενισμό.
«Ναί. Κι αυτό φαίνεται καθαρώτερα μετά τον Δε­κέμβρη του 2008. Τότε αναδείχθηκε οτι πίσω από τα προβλήματα υπάρχουν άλυτοι κόμποι πολιτισμικοί, μπλοκαρισμένα συναισθήματα».

'Εσεϊς ποια προσωπική στάσι προκρίνετε δηλαδή;
«Να υπογραμμίσουμε τα θετικά της ζωής και των πράξεων μας, δηλαδή να εμμείνουμε στην θετικότητα μας και να σκεφτούμε πολύ τί σημαίνει σηκώνω την μπάρα και δεν πληρώνω».

Οταν σηκώνουν βέβαια, τις μπάρες πιστεύουν ότι άντιστεκονται στο σύστημα.
·· Αυτά είναι μικροεκδικητικές συμπεριφορές άπέναντι σε ένα άνομο κράτος πού δεν τολμάει να έπιβληθή έπειδή κατά βάθος νοιώθει ένοχο».

Ναι, άλλα ξέρετε τί θα σας πουν; "Οτι, φτιάξε θεσμούς τα να μη μου κλέβουν τα λεφτά και μετά θα σε πληρώσω
·· Και εγώ θα τους πω: "Ή αναπαραγωγή του προ­βλήματος σε ενδιαφέρει ή ή διόρθωσί του;". Ό άνθρωπος πού έχει αύτοπεποίθησι ψάχνει τα δικά του λάθη. Όλοι εχουμε συν και πλην. Να επιμείνουμε πολύ στο συν μας, δηλαδή στην ευθύνη μας. Περάσαμε 35 χρόνια με διαδηλώσεις έξω από την αμερικανική πρεσβεία. Αυτό το "Αλλοι φταίνε" ήταν ολέθριο και πρέπει να τελειώνη.  Καί όλα αυτά γιατί έχουμε αφάνταστα μειωμένη αύτοπεποίθησι. Και δεν έχουμε αύτοπεποίθησι γιατί ζούμε σεμια κουλτούρα πού μας ήθελε πάντα παιδιά, πιασμένα από το χέρι του μπαμπά μας. Να περνούμε συνεχώς τελετές μυήσεως και να μην αποκτούμε ποτέ εαυτό. Αυτό είναι το κρίσιμο πρόβλημα».