Τρίτη 26 Ιουνίου 2012

ΦΩΣ - ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ -ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ

............................................................................................................................
Η σύλληψη πάντως του Θεού ως αρχετυπικής και ενιαίας πηγής φωτός έχει κεντρική σημασία στο έργο που κληροδοτούν στις χριστια­νικές συνειδήσεις τρεις κορυφαίοι θεολόγοι του 4ου μ.Χ. αιώνα: ο Βα­σίλειος ο Μέγας, ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός και ο Ιωάννης ο Χρυσό­στομος. Ενώ η μνήμη τους αποτελεί σήμερα απλώς αιτία σχολικής αρ­γίας και πληκτικών ομιλιών, οι Τρεις Ιεράρχες είναι, λήγοντος του αρ­χαίου κόσμου, σπουδαίοι φορείς της κλασικής παιδείας αλλά και θεμε­λιωτές της Ορθοδοξίας. Αποδέχονται την ευρυθμία, την συμμετρία, την αφαίρεση ως κατηγορίες του ωραίου. Υπερβαίνοντας όμως τις κλασικές αντιλήψεις, διαμορφώνουν μια θεωρία για το φως, που έχει κάποια συγγένεια με τις ιδέες του Πλωτίνου - χωρίς, και πάλι, να είναι βέβαιο ότι εγνώριζαν το έργο του. Η θεωρία των Τριών Ιεραρχών δεν είναι μια αφηρημένη σύλληψη, αλλά έχει τα θεμέλια της στον στίχο της   Γενέσεως «...Και, εγένετο φως» και στο χωρίο της Καινής Διαθήκης «Εγώ ειμί το φως...». Το πρώτο αναφέρεται στην δημιουργία του κο­σμικού, φυσικού φωτός, ενώ στο δεύτερο ο Θεός εξισώνεται με το φως. Η έννοια του ωραίου, άλλωστε, δεν είναι για τους Πατέρες απλώς αι­σθητική, αλλά πρέπει να ταυτίζεται με το ηθικά καλόν. Έτσι, στην ερ­μηνεία της φράσεως «και είδε ο Θεός το φως ότι καλόν», ο Μέγας Βα­σίλειος διακρίνει ότι με την δημιουργία του φωτός ο Θεός αποβλέπει όχι απλώς στο κάλλος, αλλά και στην ωφέλεια για το μέλλον. Ενώ η ίδια η δημιουργία του φωτός περιγράφεται εξαίσια σε μια από τις Ομι­λίες του Ιωάννη του Χρυσόστομου: «... Προσέταξε αριστοτέχνης Θεός και τα της αμορφίας διεσκεδάσθη και το κάλλος τούτο το αμήχανο του φωτός του ορωμένου παραχθέν, το τε σκότος απήλλασσε το αισθητόν και τα πάντα κατηύγασε».
Απο τους Τρεις Ιεράρχες, ο λόγος του Γρηγορίου του Ναζιανζηνού είναι ασφαλώς ο πιο εμπνευσμένος και βαθύς. «Φως εστί», γράφει, «απρόσιτον και αδιάδοχον ο Θεός, ούτε αρξάμενον, ούτε παυσάμενον, ούτε μετρούμενον, αειλαμπές, τριλαμπές, ολίγοις εστί θεωρούμε-νον...». Ενώ για το υλικό φως δίδει ίσως τον χαρακτηριστικότερο ορι­σμό: «Το δε παρ' ημίν τούτο φως ουχ ύστερον ήρξατο μόνον, αλλά και νυκτί τέμνεται, και τέμνει νύκτα ισομοιρία, όψει πιστευθέν και αέρι χυ-θέν και λαμβάνειν, ο δίδωσιν...».
Ας σημειωθεί ότι ο λόγος των Τριών Ιεραρχών, και ειδικά τα πολλά χωρία τους που αναφέρονται στο φως, δεν παραμένουν απλώς στην θεωρητική σφαίρα. Επηρεάζουν την βυζαντινή τέχνη και την αισθητι­κή και βοηθούν στην κατάκτηση ενός ιδιαίτερου αγιογραφικού ύφους. «Διαβάζοντας τα έργα των Τριών Ιεραρχών», παρατηρεί σε ένα άρθρο του ο ιστορικός της τέχνης Κώστας Μπαρούτας, «που αναφέρονται στην Γένεση και τους Ψαλμούς, μπορούμε να συλλάβουμε πληρέστερα την νέα διάσταση -διάσταση πνευματικού βάθους- που έδωσε ο χρι­στιανισμός στην τέχνη και να κατανοήσουμε φαινόμενα, όπως είναι η έλλειψη φωτοσκιάσεων στην βυζαντινή τέχνη». Ενώ ένας σημαντικός σύγχρονος αγιογράφος, ο πρωτοπρεσβύτερος Σταμάτης Σκλήρης, προσθέτει την δική του μαρτυρία: «Στην βυζαντινή τέχνη», γράφει, «η δουλειά που γίνεται δεν είναι σκιοπλαστική, αλλά μορφοποιητική, δη­λαδή κατεξοχήν θετική. Ο βυζαντινός ζωγράφος δεν σκιάζει, δηλαδή δεν προσθέτει στο έργο του σκοτάδι, αλλά φως. Πλάθει με το φως».
......................................................................................................................................................
Η ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΦΩΤΟΣ          ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΚΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια: